Κι ενώ όλοι κόπτονται για την ελληνική οικονομία και
συνεχίζουν να εμπαίζουν τις ελπίδες και να υποτιμούν τη νοημοσύνη μας, η
ελεύθερη αγορά της χώρας, λειτουργεί χωρίς κανόνες… Ίσως αυτός είναι κι ο λόγος
που ακόμη υπάρχει βέβαια, ό,τι απέμεινε…
Και βγαίνουν τα
θρασίμια και θυμίζουν ότι εκτός από τέλος του έτους που γιορτάζει το μεγαλύτερο
μέρος του πλανήτη, είναι και τέλος των προθεσμιών για την αποπληρωμή
υποχρεώσεων κυρίως φορολογικών! Δόσεις, τέλη, φόροι ακινήτων, ό,τι μπορεί να
φανταστεί κανείς σε ‘υποχρέωση’ προς ένα κράτος, βαραίνει τον καθένα μας πλέον
και μάλιστα παραφουσκωμένο με παράλογες απαιτήσεις, εγχώριων κι εξωχώριων
ειδημόνων που πειραματίζονται με τις ζωές και την ύπαρξή μας.
Το καίριο ερώτημα
βέβαια είναι ‘από πού θα τα πάρουν;’ Με μια αγορά που όσο και να κινηθεί, είναι
τόσες οι υποχρεώσεις που δεν περισσεύει τίποτε, πόσο μάλλον να καλυφθούν οι
παλιές υποχρεώσεις για να προχωρήσει η αποπληρωμή και των ‘φρέσκων’… Η
φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων, στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχει τελειώσει
όπως περίτρανα θα συνεχίσει ν’ αποδεικνύεται και τους αμέσως επόμενους μήνες.
Όλες αυτές οι
ρυθμίσεις που υποτίθεται ότι προχωράει το κράτος βαφτίζοντάς τες
μεταρρυθμίσεις, μόνο διάλυση φέρνουν στην ελληνική ελεύθερη αγορά όπως
καταγράφεται κι απ’ τα λουκέτα που συνεχίζονται προφανώς μέχρι να μη μείνει
ούτε ένας επαγγελματίας και μικρός επιχειρηματίας, που λειτουργεί την
επιχείρηση ή το κατάστημά του πάνω από 5 χρόνια.
Το πλήρες
αδιέξοδο που όλο και περισσότεροι ελεύθεροι επαγγελματίες φτάνουν καθημερινά
πλέον, δυο διεξόδους αφήνει με τους μέχρι σήμερα γνωστούς όρους της αγοράς: να
κλείσει η επιχείρηση που υπερχρεώθηκε λόγω διογκωμένων χρεών ή να συνεχίσει να
χρεώνεται στερώντας φυσικά έσοδα απ’ το κράτος.
Οι οικογένειες
όμως των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικρών επιχειρηματιών που πρέπει να
ζήσουν, επιβάλλουν με τον τρόπο τους τον μονόδρομο της συνέχισης λειτουργίας
των χρεωμένων επιχειρήσεων και καταστημάτων. Μόνο που δε χρωστάμε μόνο στο
δημόσιο και στους ασφαλιστικούς φορείς αλλά χρωστάμε και μεταξύ μας.
Φτάσαμε λοιπόν
στη μοναδική κατάσταση που καλείται να λειτουργήσει μια αγορά, χωρίς κανόνες
και όρους, τουλάχιστον όχι τους γνωστούς που ισχύουν σε άλλες οικονομίες και
υγιείς αγορές. Ακόμη και στην ανταλλαγή υπηρεσιών και προϊόντων φτάσαμε, όπως
ξεκίνησαν οι πρωτόγονοι να κάνουν συναλλαγές.
Έχουμε λοιπόν
τρείς ταχύτητες λειτουργίας της οικονομίας της χώρας. Η πρώτη αφορά τους νόμους
και τις ρυθμίσεις που το κράτος, μονομερώς πλέον και με την τρόικα να
υπαγορεύει, προσπαθεί να επιβάλλει και φυσικά ισχύουν για όσους φτάσουν στα
δικαστήρια. Η δεύτερη αφορά τις συνήθειες που ισχύουν παραδοσιακά στην ελληνική
αγορά, το εθιμικό δίκαιο που κληροδοτείται από γενιά σε γενιά. Τέλος, η τρίτη,
αφορά στην κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί λόγω των ειδικών καταστάσεων που
καλούνται πλέον όλοι να λειτουργήσουν, με την παραοικονομία να βασιλεύει και τη
μαύρη εργασία ν’ αποτελεί πυλώνα στήριξης αυτού που απέμεινε απ’ το κράτος όπως
το ξέραμε.
Η ελληνική αγορά
σήμερα, παρουσιάζει τη μοναδικότητα της ύπαρξης κανόνων από σοσιαλιστικά
κατάλοιπα, από φιλελεύθερες νουθεσίες κι από καπιταλιστικές αλλά λανθασμένες
προβλέψεις. Ένα ιδιότυπο καθεστώς που το μόνο σίγουρο είναι η περαιτέρω αύξηση
των χρωστούμενων μέχρι την υπερχρέωση και των τελευταίων που σήμερα μπορεί να
μη χρωστούν.
Οι προβλέψεις κι
οι κατά περιόδους καινούργιες νουθεσίες που επιτάσσουν τελικά, οι δανειστές,
χωρίς να υπολογίζουν φυσικά τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής νοοτροπίας και
πάντως σίγουρα χωρίς να καταγράφουν το κατάντημα της αγοράς όπως διαμορφώθηκε,
απλώς επιτείνει το ήδη καταγεγραμμένο αδιέξοδο. Όσο για την αλλοπρόσαλλη
κυβερνητική στάση, το μόνο που καταφέρνει είναι η περαιτέρω δυσχέρεια
λειτουργίας της αγοράς, με προβλέψεις και ρυθμίσεις που απλώς καταστρέφουν ό,τι
μπορεί να έχει μείνει απ’ τα παλιά.
Και μέσα σ’ αυτό
το απίστευτο κλίμα, με τους ‘ειδήμονες’ θεωρητικούς οικονομολόγους να προσπαθούν
να εκφράσουν μια πρωτόγνωρη κατάσταση, μακριά απ’ την εφιαλτική καθημερινότητα
που βιώνουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες κι επιχειρηματίες της χώρας, ο καθένας
που ξυπνάει το πρωί για ν’ ανοίξει την επιχείρηση ή το κατάστημά του, απλώς
μετράει τις μέρες που θ’ αντέξει ακόμη.
Καμιά ελπίδα
διόρθωσης, κανέναν σχεδιασμός για το μέλλον, κοντινό ή λίγο πιο μακρινό, καμιά
πρόβλεψη για την πορεία και φυσικά μακρινό όνειρο η ανάκαμψη κι η πολυπόθητη
ανάπτυξη!
Κι απορεί κανείς,
πόσο ακόμη θ’ αντέξει αυτός ο κόσμος, με μικρές ελπίδες κάθε φορά που
προκύπτουν εκλογές, λόγω αδυναμίας διαχείρισης της κατάστασης απ’ τις
εκλεγμένες κυβερνήσεις. Απορεί κι ο πιο αισιόδοξος παρατηρητής, πόσο ακόμη θ’
αντέξουμε με τόση πίεση και τόσα βάρη που αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο και
οδηγούν σε ένα μέλλον περισσότερο ζοφερό από ποτέ!
Οι απαντήσεις για
τη διόρθωση της κατάστασης, υπάρχουν και το γνωρίζουν όλοι. Δεν τολμά κανείς
όμως, ούτε καν να το παραδεχθεί, πόσο μάλλον να συμμετάσχει και στην εφαρμογή
τους ώστε να επέλθει η αναμενόμενη κι απαραίτητη ανάκαμψη.
Ήρθε η ώρα που
όλοι αυτοί, όλοι εμείς που βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, επιβάλλεται να πάψουμε να
περιμένουμε μεσσίες και ηγέτες να μας οδηγήσουν. Ήρθε η ώρα που μέσα από
οργανώσεις και κινήματα, πρέπει να διεκδικήσουμε τη διόρθωση των κακώς κειμένων
ώστε να μπορέσουμε να ελπίζουμε ξανά ότι μπορούμε να φτάσουμε και πάλι στο
σημείο που θα δουλεύουμε με κίνητρο και στόχο ώστε να ξαναστήσουμε το σύστημα
που βουλιάζει, συμπαρασύροντας μαζί τους κι ό,τι υγιές απέμεινε και μπορεί να
λειτουργήσει ως κύτταρο για τη νέα αρχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου