Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Όχι! Δεν μου αξίζει!

Ένα μεγάλο καζάνι αγανάκτησης που καθημερινά προστίθεται και κάτι καινούργιο που με καταπιέζει, αυτό κατάντησε η ζωή μου! Κι ήρθε η ώρα να φωνάξω, να φωνάξουμε όλοι μαζί ότι ΟΧΙ! Δε μας αξίζει τέτοιο παρόν κι ανύπαρκτο μέλλον!

Ήρθε λοιπόν κι ο καιρός που τόσους μήνες ετοιμαζόμασταν να υποδεχτούμε, μπήκε ο μήνας που περιμένουμε τα μπιλιετάκια της εφορίας, ο άδικος φόρος για τα ακίνητα, η λήξη της δόσης της αφορίας, η ανάγκη για προετοιμασία θέρμανσης στα σπίτια μας. Κι όλα αυτά ενώ έξω δεν κινείται φύλλο, η αγορά παγωμένη στην κυριολεξία και το μόνο που ανακυκλώνουμε είναι η μιζέρια κι η αφραγκία μας.

Ξυπνάμε σκυθρωποί κι ανόρεκτοι, προβληματισμένοι και πληγωμένοι από όσα μας βαραίνουν κάθε πρωί και τώρα ξύπνησε και στους υπόλοιπους, που δεν το είχαν ζήσει μέχρι τώρα κι η αγωνία ότι θα χάσουν ό,τι κατέχουν λόγω αδυναμίας πληρωμής άδικων φόρων που καλούμαστε να καλύψουμε απ’ τα άδεια ταμεία των μαγαζιών και επιχειρήσεών μας.

Πώς θα τ’ αντιμετωπίσουμε όλα αυτά; Πώς θα παλέψουμε με όλα αυτά τα θηρία; Από πού να πάρουμε δύναμη πλέον; Και το χιούμορ που μας είχε μείνει, δείχνει να στερεύει κι αυτό με τα πρόσωπά μας αγέλαστα πλέον και τη διάθεση για μειδίαμα, έστω, ανύπαρκτη.

Μόνη συζήτηση μεταξύ μας πλέον, το αδιέξοδο που έχουμε όλοι μπροστά μας κι η ανικανότητα εκείνων που περήφανα εκλέξαμε, τρομάρα μας, θεωρώντας ότι δικαιούνται δεύτερης ευκαιρίας, γνωρίζοντας όμως ότι είναι ανίκανοι ν’ αλλάξουν κάτι απ’ όλα αυτά τα άσχημα που μας φορτώνουν.

Και μέσα σ’ όλα αυτά, πάψαμε φυσικά να ψάχνουμε ποιος φταίει και καταντήσαμε εδώ που σερνόμαστε. Το πήραμε απόφαση και μένουμε απλώς να περιμένουμε τις εξελίξεις που θα μπορούσαν ίσως να μας δώσουν μια ικανοποίηση ηθική φυσικά, όχι υλική που θα έφερνε κι ελάφρυνση των ώμων μας.

Μόνο που ξεχνάμε να μοιραστούμε μεταξύ μας ότι δε μας αξίζει όλη αυτή η κατάντια! Και κάποιοι το ξέρουμε καλά μέσα μας ότι δε μας αξίζει όλο αυτό το ζόρι! Δε μας αξίζει όλο αυτό το άγχος να καλύψουμε τις υποχρεώσεις μας που είχαμε μάθει να δουλεύουμε και να τις καλύπτουμε στο ακέραιο και στην ώρα τους! Είχαμε μάθει να είμαστε νοικοκυραίοι και προγραμματισμένοι, είχαμε σχέδια για τα παιδιά μας και παλεύαμε να κρατηθούμε από σπατάλες και προκλητικές περιττές πολυτέλειες ώστε να εξασφαλίσουμε όσο μπορούμε το μέλλον των παιδιών μας.

Είμαστε πολλοί εκείνοι που φροντίζαμε να ζούμε εντός των δυνατοτήτων μας χωρίς φορτωμένες κάρτες και διακοποδάνεια, χωρίς ντουλάπες γεμάτες με περιττά ρούχα και παπουτσοθήκες φορτωμένες, χωρίς αυτοκινητάρες που αγοράστηκαν για να προκαλέσουν τον γείτονα. Χωρίς σπιταρόνες τριών επιπέδων για να ζήσουν μέσα και να χάνονται μέσα τελικά, τρία ή τέσσερα άτομα.

Κι όμως, χωρίς να έχουμε πάρει ούτε δραχμή ή ευρώ από παράνομες δραστηριότητες ή από παραθυράκια του ΕΣΠΑ και κομματικές πονηριές, βρισκόμαστε τώρα άεργοι, εκτός επαγγέλματος που γνωρίζαμε και βιοποριζόμασταν, προσπαθώντας να παλέψουμε το τέρας της ανυπαρξίας πελατών στην παγωμένη ελεύθερη αγορά απ’ τη μια και τα τέρατα της εφορίας και των υπολοίπων υποχρεώσεων που μας πνίγουν και μας καθιστούν αναξιόπιστους έναντι του κράτους. Έναντι ενός κράτους που διαχειρίζονται χωρίς τον φόβο της τιμωρίας, άχρηστοι, ανίκανοι παλιάτσοι, στην πλειοψηφία τους που εμείς αναδεικνύουμε, ως μοναδική λύση μετά την απογοήτευση απ’ όλους τους υπόλοιπους.

Έναντι ενός κράτους που το μόνο που το ενδιαφέρει είναι να εισπράξει φόρους για ν’ αποπληρώσει τους δανειστές που έφτασε ο καιρός να διεκδικήσουν σθεναρά όσα μας έχουν δώσει για να υπάρχουμε. Έναντι ενός ανάλγητου κράτους που δεν κάνει τίποτε για να ελαττώσει τα έξοδά του ενώ συνεχώς απαιτεί από μας ν’ αυξήσει τα έσοδά του!

Κι όπως ξεκάθαρα διαφαίνεται, δε θα μπορούμε πλέον, όσο νοικοκυραίοι και προγραμματισμένοι κι αν είμαστε, να καλύψουμε τα χρέη που μας δημιουργούν αφού λογικό είναι να επιλέξουμε να ζήσουμε εμείς και τα παιδιά μας απ’ το να πληρώνουμε εφορία και υποχρεώσεις. Και τι θα γίνει;

Θα φτάσουμε λοιπόν να έχουμε χάσει την περιουσία μας, όπως κι αν την αποκτήσαμε ή την κληρονομήσαμε και να μη μπορούμε να κάνουμε καμιά συναλλαγή με το τέρας των τραπεζών, πέρα απ’ τις πληρωμές προς το κράτος. Και μετά, τι; Πού θα φτάσει αυτό; Και τι θα γίνει όταν δε θα μπορούμε πλέον οι περισσότεροι να πληρώσουμε; Πώς θα πάει παρακάτω ό,τι έχει απομείνει απ’ αυτό που λέμε σήμερα κράτος;

ΟΧΙ! Δεν αξίζουμε τέτοια κατάντια! Δεν αξίζω τέτοια καθημερινότητα! Δεν αξίζω τέτοιο μέλλον, ανύπαρκτο! Δεν αξίζω τέτοιο καθημερινό ξύπνημα! Δεν αξίζω τόσο άγχος! Δεν αξίζω απώλεια της αξιοπρέπειάς μου ως Ελληνίδα που έχω μάθει να χω πάντα ψηλά το κεφάλι!
Αξίζει σε κανέναν μας άραγε…;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου